Mia Kyriaki - Grigoris Bithikotsis
Μια Κυριακή
Μια Κυριακή, ποιος το περίμενε πως θα ’ταν Κυριακή
Μια Κυριακή, ήρθες με τσίπουρο πιωμένος και ρακί
Μπήκες και πήρες το παιδί μου, μια Κυριακή
Βγήκες και πήρες την ψυχή μου, μια Κυριακή
Δεν το μπορώ, το προσκεφάλι του το άδειο να θωρώ
Δεν το βαστώ, να ’ναι το στόμα του γαρύφαλλο κλειστό
Κι έλα, ξερίζωσ’ την καρδιά μου, σαν τον ανθό
Να μπω κι εγώ απ’ το χώμα χάμω, να κοιμηθώ
Μια Κυριακή, ποιος το περίμενε πως θα ’ταν Κυριακή
Mia Kyriakī́ - Grīgórīs Ḇithikṓtsīs
Mia Kyriakī́, poios to perímene pōs tha ’tan Kyriakī́
Mia Kyriakī́, ī́rthes me tsípouro piōménos kai rakí
Ḇī́kes kai pī́res to paidí mou, mia Kyriakī́
Vgī́kes kai pī́res tīn psychī́ mou, mia Kyriakī́
Den to ḇorṓ, to proskefáli tou to ádeio na thōrṓ
Den to vastṓ, na ’nai to stóma tou garýfallo kleistó
Ki éla, xerízōs’ tīn kardiá mou, san ton anthó
Na ḇō ki egṓ ap’ to chṓma chámō, na koimīthṓ
Mia Kyriakī́, poios to perímene pōs tha ’tan Kyriakī́
Ajouter un commentaire