Γλώσσα
						
												
				Ελληνικά
			
								
													Γένος
						
												
				αρσενικό
			
								
													Gender opposite
						
												
	
													Word form
						
												
				πρωτότυπος
			
						Παραλλαγές και μεταφράσεις
- Polycarp (en)
- Polycarpe (fr)
- Πολυκάρπης (el)
Μεταγραφές
- Polycarpos (la)
- Polykarpos (la)